ΜΑΝΤΙΝΑΔΕΣ - Βάσανα

Ευχαριστούμε όλους εσάς που έχετε στείλει μαντινάδες και παροτρύνουμε τους νέους επισκέπτες του site μας, να μας στείλουν κι αυτοί τις δικές τους να τις δημοσιεύσουμε!

Βρέθηκαν 481 καταχωρήσεις σε 10 σελίδες
Σελίδα 2
«  ‹  1 2 3 4 5  ›  »
Ανέβα πάνω στη μηλιά
και μέτρησε τα μήλα,
λογάριασε και τον καιρό
που με παιδεύεις σκύλα.
Άνεμος δέρνει τη καρδιά
κι οσάν το φύλλο τρέμει,
δεν είναι αέρας του γιαλού
μα τση καρδιάς μελτέμι.
Αντί να κλαίω τραγουδώ
μα ποιος καταλαβαίνει,
μες την ψυχή ήντα μπορεί
στα αλήθεια να συμβαίνει.
Απ’ τη φωτιά βγαίνει καπνός
κι από τα μάτια δάκρυ,
κι απ’ την καρδιά ο στεναγμός
σαν το πουρνάρι ανάφτει.
Απαγορεύεις στο κορμί
μα η ψυχή δε ξέρει,
μέσω τση σκέψης προσπαθεί
μήνυμα να σου φέρει.
Από μακριά νοήματα
μου κάνει και παιχνίδια,
κι από κοντά τη σοβαρή
σα να μην είναι ίδια.
Αφού δε ξέρεις ν’ αγαπάς
πρέπει να το δηλώνεις,
να μην δημιουργείς δεσμούς
ανθρώπους να πληγώνεις.
Αφού εγώ απόχτησα
πληγή απού δε γιαίνει,
σκέψου τον άλλο που θα μπει
στον δρόμο σου καημένη.
Αχι και να ‘ταν μπορετό
να βγεις από το νου μου,
για μιας θα ησυχάζανε
οι φλέβες του κορμιού μου.
Νύχτα που μεσ' το σκότος σου
κρύβεις καημούς και πάθη ,
τα εδικά μου βάσανα
κανείς να μη τα μάθει .
Βάσανα δε με σταίνουνε,
ούτε και καταιγίδες,
μα όσα κι αν ειν' τα εμπόδια,
πληθαίνουν οι ελπίδες.
Όταν μοιράζει ο θεός χαρές
εμένα δεν μου δίνει,
άρα δεν έχω και άδικο
απου του χω κακοσύνη.
Είναι φορές που γίνομαι
Θε μου κριτής και κρίνω,
τσι πράξεις σου και άδικες
πολλές φορές τσι βρίνω.
Βροχή να πέσουν οι χαρές
οι ποταμοί να τρέξουν,
κόντρα στην μπόρα να σταθώ
πάλι δεν θα με βρέξουν.
Ένα μαράζι στην καρδιά
με καίει τόσα χρόνια,
την πρώτη την αγάπη μου
δεν ξέχασα ακόμα.
Ήθελα στον εγωισμό
ενός κεριού να μοιάζω,
να καίγομαι σιγά-σιγά
και στεναγμό μη βγάζω.
Φουρτουνιασμένη θάλασσα
έγινε η ζωή μου,
κι εκιά σε βρήκα ναυαγό
να κολυμπάς μικρή μου.
Με τον αέρα σου πετώ
μη φεύγεις μακριά μου,
μη μου στερήσεις τη χαρά
που 'χω στο πέταγμά μου.
Λόγια θα κάμω τον καημό
σκοπό το στεναγμό μου,
να σου το πω τραγουδιστά
ποιο το παράπονό μου.
Αφού είχα άλλον στην καρδιά,
τι ήθελα με σένα,
να πληγωθώ και να πονώ
να ζω μέσα στο ψέμα.
Είπα να κάνω έκθεση
να δείξω την καρδιά μου,
κι ύστερα να πυρποληθώ
να κάψω τα όνειρα μου.
Ποτέ δεν το περίμενα
ξαδέλφη να ζηλέψω,
Απου’ χει άντρα όμορφο
και θέλω να τον κλέψω.
Παντιχνούσι μου οι χαρές
μα πλια τα βάσανα μου,
και δεν θα αντέξει η καρδιά
το πόνο του σεβντά μου!
Στη θλίψη μην αφήνεσαι
και στην απελπισία,
όλα θα γίνουν κατ' ευχήν
και κατ' επιθυμία.
Κοντεύει πια ξημέρωμα
και μάτι πως να κλείσω,
τα βάσανα που με χτυπούν
πως να τα λησμονήσω.
Το κουρασμένο πρόσωπο
στο μέτωπο 'χει αυλάκι,
μα πάντα σ' ομορφαίνουνε
στα μάγουλα σου οι λάκοι.
Πήρα φτερά και μπόρεσα
στα νέφη ν' αρμενίσω,
τώρα στο χώμα προσπαθώ
να ξανασυνηθίσω.
Έχω' να πόνο στη καρδιά
που χρόνια τη νε σφάζει,
για μιαν αγάπη που΄χασα
ακομ' αναστενάζει.
Εκεί που η ψυχή πονά
αγκάθι μη φυτεύσεις,
γιατί φυτρώσανε πολλά
κι αν θα στα πει θα κλαίεις.
Ζωή σαν δεν μου χάρισες
μια ώρα τη χαρά σου,
τι μ' έφερες εις του μπαξέ
να ζω τη συμφορά σου.
Εμοιάσαμε του φαραγγιού
πέρα και πόδε μπάντα,
απου δεν βρίσκονται ποτέ
κι όμως θωριούνται πάντα.
Θα θελα να ξέρες πολύ
πόσο σε αγαπάω,
κι όταν σε βλέπω να πονάς
πόσο φριχτά πονάω.
Τα όνειρά μου γκρέμισες
πατείς τα και ματώνω,
μα δε σου εύχομαι ποτέ
να νιώσεις ίδιο πόνο.
Με κάθε στάλα του πιοτού
η απόσταση μικραίνει,
κι όσο το πίνω και μεθώ
τόσο κοντά σε φέρνει.
Να 'ταν ο πόνος μάρμαρο
και να οξειδωνόταν,
να 'ταν το δάκρυ μου οξύ
ο πόνος να χανόταν.
Μαύρο χαράκι στη κορφή
μετέτρεψέ με Θεέ μου,
να μη θωρώ, να μη γροικώ
να μην πονώ ποτέ μου.
Ιντα 'παθες και δε λαλείς
ιντα 'χεις και ενοχλά σε,
θα σου περάσει ογλήγορα
και μη στεναχωράσαι.
Εσύ Χριστέ μου το 'βαλες
3 μέρες το στεφάνι,
για σκέψου εμένα μια ζωή
ιντα πληγές μου κάνει.
Δοκίμασα στο κόκκινο
να βάλω λίγο μαύρο,
μα μάτωσε η καρδούλα μου
κόντεψα να πεθάνω.
Από το Γεωργιανό νερό
του Ρούβα άπου λένε,
να πιεις να δροσερέψουνε
όσες πληγές σε καίνε.
Οι άνθρωποι δεν ειν' θεοί
κι αυτό καλύτερά τους,
γιατί έτσι ζουν και σέβονται
τα πάθη τα δικά τους.
Τώρα που τη πανδρέψανε
και νύφη σα την είδα,
θέλω να 'ρθει ο θάνατος
να σβήσει καθ' ελπίδα.
Εστέρεψαν τα δάκρυα
και ο Θεός χαμένος,
στις πίκρες που εξάμωσε
μένει φυλακισμένος.
Ψυχή δεν έχω, έσπασε
σε χίλια δυο κομμάτια,
κι ο άνεμος τα σκόρπισε
στης γης τα μαύρα άκρα.
Κατέχουνε πως κάποτε
θα πληγωθούν στο στήθος,
και πως αν είναι τυχεροί
δε θα αντέξουν δίχως.
Δίχως το αίμα στη καρδιά
και τη πνοή στο στόμα,
γιατί η ψυχή απλήγωτη
πρέπει να ζει στο σώμα.
Σαν το καφέ που θα χυθεί
στ' άσπρο πανί κερά μου,
απόμεινε τσ' αγάπης σου
η στάμπα στη καρδιά μου.
Πόνεσα σ' όλη τη ζωή,
μα δεν το μετανιώνω,
θα φτάσω ως τη στερνή πνοή,
με τον δικό σου πόνο.
Ποτέ μου δεν εχάρηκα
εγώ μες τη ζωή μου,
μόνο καημοί και βάσανα
φωλιάζουν στην ψυχή μου.
Μέσα στη φτώχεια πάντα ζω
και μες τη δυστυχία,
και ότι κάμω στη ζωή
είναι αποτυχία.
«  ‹  1 2 3 4 5  ›  »