ΜΑΝΤΙΝΑΔΕΣ - Διάφορες

Ευχαριστούμε όλους εσάς που έχετε στείλει μαντινάδες και παροτρύνουμε τους νέους επισκέπτες του site μας, να μας στείλουν κι αυτοί τις δικές τους να τις δημοσιεύσουμε!

Βρέθηκαν 560 καταχωρήσεις σε 12 σελίδες
Σελίδα 2
«  ‹  1 2 3 4 5  ›  »
Θα πάρω τα όρη τα βουνά
μήπως και τον ξεχάσω,
εκείνη τη συνάντηση
πως να τη ξεπεράσω;
Δημιουργός της έμπνευσης
κατάφερες να γίνεις,
στη σκέψη και στα όνειρα
μα ύστερα τ' αφήνεις.
Το πινελάκι μου βαστώ
και βάζω μαύρο χρώμα,
και κάνω το περίγραμμα
αφού δεν σ’ είδα ακόμα.
Κατέχω το τ' αιδόνι μου
σ' όποιο μπαξέ κι αν μπαίνει,
του' χω μεταξωτή κλωστή
στο πόδι του δεμένη.
Βιόλα μου ο περιβολάρης σου
ακόμη είναι κοπέλι,
και δεν γνωρίζει ένας μπαξές
ήντα φροντίδα θέλει.
Όσα μιλούν τα χείλη μου
τα λέει η καρδιά μου,
δεν είναι υποκριτικά
τα λόγια τα δικά μου.
Να νιώσει πως η μοναξιά
κοντά του έχει ξαπλώσει,
εκείνη που αγάπησε
τον έχει πια προδώσει.
Πάνω στα χέρια σου κρατάς
την άνοιξη κερά μου,
μια ηλιαχτίδα άφησε
να' ρθεί στη χειμωνιά μου.
Κοιμούμαι, περιφέρεσαι
στα βλέφαρα μου πάνω,
τα' χω κλειστά και σε θωρώ
τα' νοίγω και σε χάνω.
Με πρόδωσες, με πλήγωσες,
μα σ' αγαπώ ακόμη,
και τη μαλώνω τη καρδιά
μα δεν αλλάζει γνώμη.
Θα γράψω γράμμα στο Θεό
να δω αν μ' απαντήσει,
τα χρόνια που' ναι για να ζω
κοντά σου αν μ' αφήσει.
Το χιούμορ το χουνε αυτοί
που ξέρουν κι αγαπούνε,
που κάνουν γέλιο τις πληγές
και μόνοι τους θρηνούνε.
Ξύπνα αστέρι τ' ουρανού,
και γω κρατώ σου μέλι,
και νίψου με τ' ανθόνερο
που πλένονται οι αγγέλοι.
Κάθε που πιάνω κρούσταλο
θυμούμαι το χωριό μου,
που 'χε νερό σαν το γυαλί ,
ποτίστρα τον καημό μου.
Μη κλαις καημένε δυστυχή
κι η μπόρα θα περάσει,
γιατί δεν είσαι μοναχός
στου πόνου το μαράζι.
Κάθε καινούρια άνοιξη
δε λέγεται η χαρά μου,
γιατί 'χω ελπίδα πως θα μπει
και μένα στη καρδιά μου.
Σ' ένα μαχαίρι δίκοπο
χάραξε τη μορφή σου,
για να πεθάνει η καρδιά
με την υπογραφή σου.
Έμαθα πως παντρεύεται
την τελευταία ώρα,
και μ' ήβρε απροετοίμαστο
και τούτηνε η μπόρα.
Έχω κακό προαίσθημα
εδα και λίγες μέρες,
κι αν πάθω πράμα αφήνω σου
τη συλλογή από σφαίρες.
Μαχαίρι κρητικό βαστώ
και δε σηκώνω αστεία,
πρόσεξε μάνας γέννημα
μη δώσεις την αιτία.
Τι κι αν πεθάνουν εκατό,
τι κι αν πεθάνουν χίλιοι,
η μαντινάδα που θα πω
αθάνατη θα μείνει.
Τις μαντινάδες που 'βγαλα
ποτέ δε θα ξεχάσω,
ένα κομμάτι απ' τη ψυχή
και την καρδιά θα χάσω.
Ανάθεμά το, το μυαλό
που ότι του πεις δεν κάνει,
λίγα ζητάς κι αυτό
ξεχνά και τα δικά του πάλι.
Γυμνή ψυχή, διάφανη,
αλήθεια της στιγμής μου,
ζω μέσα από τα χρώματα
πνοή της θύμησης μου.
Όπου κι αν είμαι η σκέψη μου
αόρατη κλουθά σου,
μπορεί να μην τηνε θωρείς
μα βρίσκεται κοντά σου .
Την μάνα μου την αγαπώ
κι ας είναι και χοντρούλα,
γιατί αυτή με γέννησε
γι' αυτό είμαι ομορφούλα.
Θεέ μου στείλε έναν άγγελο
μες τη δική μου σκέψη,
χαμόγελο στα χείλη μου
όπως μπορεί, να πέψη.
Δεν το αντέχω το μυαλό
όλο εσένα φέρνει,
εικόνες ατελείωτες,
η μνήμη να σε σέρνει.
Τον πληγωμένο άγγελο
μην τον ρωτάτε ιντα χει,
ότι κι αν είχε στη ζωή
για 'κεινη τα 'χει χάσει.
Θέλω το Johnnie άφθονο
στο αίμα μου να ρέει,
και ένα πακέτο Malboro
για πάρτη σου να καίει.
Κάθε παλιά ανάμνηση
μου 'ρχεται στο μυαλό μου,
γίνεται σίδερο θηλιά
και πνίγει το λαιμό μου.
Είμαι φτωχός και επιθυμώ
γυναίκα να γνωρίσω,
να μη ζηλεύει στα λεφτά
για να την αγαπήσω.
Ποιο μονοπάτι της ζωής
θα πρέπει να περάσεις,
δίχως αγάπη να σκεφτείς
το χέρι να μου πιάσεις.
Ήθελα να ‘μαι βιόλα σου
να μ’ έχεις στο μπαλκόνι,
να ‘χω το Μάη γιασεμιά
και το Φλεβάρη χιόνι.
Το όνομα σου προσευχή
το βράδυ στη μιλιά μου,
και η μορφή σου εικόνισμα
που παίρνει τα φιλιά μου.
Ποτέ δεν πίστεψα ζωή
ότι θα σ' αποκτήσω,
αφού μπορώ θα σε γλεντώ
όσο καιρό θα ζήσω!
Με τον Ζερβάκη απέναντι
σα λέω μαντινάδες,
ετσά ξεχνώ τον πόνο μου
και βγαίνουν οι νταλκάδες!
Τη νύχτα για τσι χάρες τσι
πολλοί τη συζητούνε,
μα αν δε τη πορπατήξουνε
καθόλου μη μιλούνε.
Μα ήντα θέλεις να σου πω
ήντα 'χεις με τα μένα,
και θέλεις πάντα να θωρείς
τα μάτια μου κλαμένα.
Ταίρι σου αν δε γίνομαι
να μείνουμε δυο φίλοι,
να κουβεντιάζουμε κι οι δυο
με μαραμένο χείλι.
Άνυδρη βιόλα του βουνού
σκόρπισε τ' άρωμα σου,
οι βιόλες οι ποτιστικές
να μαραθούν μπροστά σου.
Άγρια βιόλα του βουνού
μέθυσα απ τ 'άρωμα σου,
στα δίχτυα σου επιάστηκα
ένα απ τα θύματά σου.
Ο νους μου αποκλείστηκε
στην εδική σου αγκάλη,
κι ας έχει βαρυχειμωνιά
και κάνει ανεμοζάλη.
Φεύγει από με η σκέψη μου
και έρχεται κοντά σου,
μαζί με σε ν' αποκλειστεί
στη βαρυχειμωνιά σου.
Με μια καρδιά ερείπιο,
μ' ένα μυαλό συντρίμμια,
γυρνώ μονάχη ανάμεσα
στης πόλης τα αγρίμια.
Τσι θάλασσας τα κύματα
πατώ και δεν βουλούνε,
γιατί έχω και εγώ στην ξενιτιά
πουλιά που κελαηδούνε.
Άμε να πεις του κύρη σου
του μέλλοντα μπαμπά μας,
να μην ανακατεύεται
εις τα προσωπικά μας.
Μακάρι ετούτη η στιγμή
παντοτινά να μείνει,
ο χρόνος κι αν την εκτυπά
εκείνη να μη σβήνει.
Στα Γιάννενα γεννήθηκα
την Κρήτη αγαπάω,
και στο Βραχάσι το ζωηρό
όταν μπορώ θα πάω.
Έκλαιγες Παναγία μου
κρατώντας τον υιό σου,
και είχες συμπαράσταση
αγγέλους στο πλευρό σου.
«  ‹  1 2 3 4 5  ›  »