ΜΑΝΤΙΝΑΔΕΣ - Βάσανα

Ευχαριστούμε όλους εσάς που έχετε στείλει μαντινάδες και παροτρύνουμε τους νέους επισκέπτες του site μας, να μας στείλουν κι αυτοί τις δικές τους να τις δημοσιεύσουμε!

Βρέθηκαν 481 καταχωρήσεις σε 10 σελίδες
Σελίδα 3
«  ‹  1 2 3 4 5 6  ›  »
Είμαι φτωχός και στα λεφτά
ποτέ μου δε ζηλεύω,
αφού μ’ αρέσει στη ζωή
πάντοτε να παλεύω.
Δώσε το τέλος κοπελιά
σκότωσε τα όνειρα μου,
ρίξε χαριστική βολή
με στόχο την καρδιά μου.
Πονώ μα τίνος να το πω
και να το πω τι βγαίνει;
αφού αυτή που είναι αφορμή
δεν το καταλαβαίνει!
Θέλω να μπω στην εκκλησιά
όταν θα την βλογούνε,
να δω εκείνο τον γαμπρό
που θα τον επαιτούνε!
Μου' στειλε προσκλητήριο
μα να μην πάω λέει μόνος,
γιατί θα τρελαθεί ο παπάς
με δυο γαμπρούς συγχρόνως!
Τα βάσανα μου είναι βουνό
και νά' χε χιονιστούνε,
πάλι δεν θα τον κρύβανε
τον πόνο που βαστούνε.
Σ' ένα λαβύρινθο αχανή
είμαι παγιδευμένη,
και τώρα πια για γυρισμό
ελπίδα δε μου μένει.
Τον έρωτα είχα συντροφιά
παρηγοριά τη νιότη,
μα 'δα μου 'φύγαν και τα δυο
και μ' έκοψε κρυγιότη.
Χριστέ πολλά τα πάθη σου
χιλιάδες οι πιστοί σου,
μα νιώθω να ζορίζομαι,
θα μ΄ έπαιρνες μαζί σου;
Κλαίνε κι οι δυνατές καρδιές
μα δάκρυ δε σταλλάσει,
αντί τον πόνο αφήκουνε
το γέλιο να ξεσπάσει.
Ο τάφος και η φυλακή
έχει κοινά και μοιάζει,
στον τάφο λιώνει το κορμί
στη φυλακή στενάζει.
Η στάχτη του τσιγάρου μου
μοιάζει με τη ζωή μου,
έτσι γκρίζα είναι κι αυτή
από τη γέννηση μου.
Το Γολγοθά ανέβηκα
με βάσανα στη πλάτη,
όπως ανέβηκε ο Χριστός
με τα δικά του πάθη.
Λίγη την έχω τη χαρά
μα τη ποκαμαρώνω,
γιατί σηκώνει ανάστημα
σ' ένα μεγάλο πόνο.
Αχι και να 'σουνε παπάς
ν' ανοίξω τη καρδιά μου,
να εξιστορήσω και να πω σε,
σε τα βάσανα μου.
Ο Θεός μου δίνει βάσανα
μα 'γω τα βγάνω πέρα,
σαν τα καράβια που περνούν
από τη Φαλκονέρα.
Το αχι και το δάκρυ μου
είναι οι δυο καημοί μου,
το αχι καίει τη καρδιά
το δάκρυ το κορμί μου.
Τη πονεμένη μου ψυχή
ποτέ να μη πληγώσεις,
για θα 'ρθει ώρα και στιγμή
πικρά να μετανιώσεις.
Δεν με αφήνει η θύμηση
εκείνη να ξεχάσω,
διψώ μ' αντί να πιω νερό
θέλω να κορακιάσω.
Κλαίω μα όμως δεν πονώ
γελώ μα δε γλεντίζω,
κι αν -ε- σου λέω πως σ' αγαπώ
γκρεμίζεις ότι κτίζω.
Μες στη ζωή γεννήθηκα
βάσανα να παλεύω,
και άλλοι να μου παίρνουνε
οτί 'χω και λατρεύω.
Στα βάσανα είμαι πλούσιος
και στη χαρά ζητιάνος,
μα στις φουρτούνες της ζωής
είμαι ο καπετάνιος.
Σπρώχνω τη πόρτα της χαράς
μα κεινη δε ανοίγει,
γιατί είναι δυνατή πολύ
και η δύναμη μου λίγη.
Η ομορφιά σου μ' έκαμε
ν' αναστενάξω πάλι,
Ανάθεμα σε στεναγμέ
του πόνου μου τελάλη.
Ανάθεμα σε στεναγμέ
του πόνου μου τελάλη,
δε θέλω γω οντε πονώ
να το μαθαίνουν άλλοι.
Αναρωτώ τη τύχη μου
μα δε μου απαντάει,
γιαντα τα πάθη του Χριστού
σε μένα τα κερνάει.
Τρώγω ψωμί με δάκρυα
στη σκάφη ζυμωμένο,
με πίκρες και με βάσανα
μ' έχουν αναθρεμμένο.
Δεν την ανοίγω την καρδιά
να βάλω τη χαρά μου,
έτσι κι αλλιώς θα κάθεται
λίγο καιρό κοντά μου.
Αν είναι να 'χω βάσανα
και πίκρες ΄γω για σένα,
άμε μικρή μου στο καλό
κι έχει ο θεός για μένα.
Αγάπησα και νόμιζα
πως δε θα έχω πόνους,
μα η ζήση μου εστέρεψε
μέσα σε λίγους χρόνους.
Σε μια ψηλή βουνοκορφή
θα κτίσω τη φώλια μου,
για να ακούσει ο πλάστης μας
τ' αναστενάγματα μου.
Στο περιβόλι της χαράς
φύτεψα μια ελπίδα,
μα επήρανε την οι καημοί
και γω χαρά δε είδα.
Το φως του ήλιου βάσανα
μου δίδει και παλεύω,
την σκοτεινάδα ενός τυφλού
αρχίζω και ζηλεύω.
Γιατί στον κάθε άτυχο
ο πόνος μεγαλώνει,
όταν του κόσμου τις χαρές
στέκει και καμαρώνει.
Ήντα θα βγει πως έκαμα
κι απόψε το σταυρό μου,
αφού το δάκρυ έτρεξε
πάλι στο μάγουλό μου.
Μ' ήντα καρδιά να σ' αγαπώ
μ' ήντα φωνή να λέω,
τ' όνομα που με δίκασε
ώστε να ζω να κλαίω.
Έλα λοιπόν αγάπη μου
και κάθισε κοντά μου,
για να σου πω τα βάσανα
απου ‘χω στην καρδιά μου.
Σαν θές ν' ανοίξεις τα φτερά
ψηλά να πεταρίσεις,
άνοιξε πρώτα την καρδιά
να μάθεις ν΄ αγαπήσεις.
Κρήτη μου αρχόντισσα
κλείσε με στα φτερά σου,
γιατί αυτός π΄ αγάπησα
με διώχνει μακριά του.
Στα όρη τα ψηλά βουνά
πάω συχνά και κλαίω,
το πόνο μου παρηγορώ
και ανθρώπου δεν το λέω.
Κι αν η χαρά μου είναι μικρή
εγώ την καμαρώνω,
γιατί σηκώνει ανάστημα
σ' ένα μεγάλο πόνο.
Εγώ του κόσμου τσι χαρές
θωρώ κι αναρωθιούμαι,
ίντα λογιώς αισθάνουνται
εκείνοι που τσι ζούνε.
Ρωτώ να μάθω οι χαρές
που πάνε και φωλένε,
και σ' ίντα τόπους πράσσουνε
και γιάιντα δε με θένε.
Επήρα δανεικές χαρές
μα θα χρεοκοπήσω,
για δε προβλέπω να τσι βρω
να τσι ξαναγυρίσω.
Πολλά τραβώ για πάρτη σου
μα δε το μετανιώνω,
γιατί η αληθινή χαρά
κρίνεται μες τον πόνο.
Πείτε μου 'σεις οι χωριανοί
πως την παρηγορούνε,
γιατί εμέ μου κάνουνε
ενέσεις και κοιμούμαι.
Η τσι ζωής τα βάσανα
εκάψαν το κερί μου,
κ' ανοίξανε πληγές βαθιές
σε όλο το κορμί μου.
Συντρίμμια οι ακρογιαλιές
όλες έχουν γεμίσει,
απ' τα δικά μου όνειρα
που 'χουνε ναυαγήσει.
Σ' αγάπησα κι' αντί χαρά
επήρα μόνο πόνο,
κι κάθε μέρα πως περνά
εγώ το ξέρω μόνο.
Ο πονεμένος δεν μπορεί
τον πόνο του να κρύψει,
στο πρόσωπο του φαίνεται
ζωγραφισμένη η θλίψη.
«  ‹  1 2 3 4 5 6  ›  »