ΜΑΝΤΙΝΑΔΕΣ - Διάφορες

Ευχαριστούμε όλους εσάς που έχετε στείλει μαντινάδες και παροτρύνουμε τους νέους επισκέπτες του site μας, να μας στείλουν κι αυτοί τις δικές τους να τις δημοσιεύσουμε!

Βρέθηκαν 560 καταχωρήσεις σε 12 σελίδες
Σελίδα 4
«  ‹  1 2 3 4 5 6 7  ›  »
Στην φαντασία χαίρομαι
πως σ' έχω αγκαλιασμένη,
γιατί η πραγματικότητα
στην τρέλα με πηγαίνει.
Εσύ 'σαι η αληθινή
κόλαση απού λένε,
κι όσοι κι αν σου σιμώσουνε
θένε δε θένε κλαίνε.
Διάβασα μαντινάδες σας
και είδα μ' άλλα μάθια,
μα η καρδιά μου ράγισε
και γίνηκε κομμάθια.
Να 'τανε πέτρα η καρδιά
για να σου δώσω μία,
σαν σένα να μην ξαναδώ
στον κόσμο άλλη καμία.
Κοιτάζω στο καθρέφτη μου
και βλέπω τη μορφή σου,
ακόμη κι αντανάκλαση
το φως κάνει μαζί σου.
Με τύλιξε η έμπνευση
ακόμα ένα βράδυ,
αφού σε είδα ψες αργά
κι έλαμπες στο σκοτάδι.
Σ' αεροπλάνο που πετά
θα κάτσω στα φτερά του,
να δω το κόσμο από ψηλά
να δω τη ομορφιά του.
Η λευτεριά είναι πουλί
που στο κλουβί δε κάνει,
και όταν θα σπάσει το κλουβί
βουνά και όρη πιάνει.
Μια καλημέρα θα σου πω
απ' την καρδιά βγαλμένη,
μωρό μου μέρα σου καλή
κι αυτή φιλιά σου στέλνει.
Σ' αεροπλάνο που πετά
θα κάτσω στα φτερά του,
να δω το κόσμο από ψηλά
να δω τη ομορφιά του.
Η λευτεριά είναι πουλί
που στο κλουβί δε κάνει,
και όταν θα σπάσει το κλουβί
βουνά και όρη πιάνει.
Μια καλημέρα θα σου πω
απ' την καρδιά βγαλμένη,
μωρό μου μέρα σου καλή
κι αυτή φιλιά σου στέλνει.
Μπορεί να είσαι όμορφος
αλλά αυτό δεν φτάνει,
καρδιά χωρίς αισθήματα
την ομορφιά της χάνει.
Αδιαφορώ, την θέση μου
τώρ' αν την επαίρνει άλλος,
μάθε πως εγεννήθηκα
εγωιστής μεγάλος.
Εις το δικό σου το μπαξέ
βάλαμε περιβολάρη,
να τον ποτίζω εγώ καλά
άλλος να μη τον πάρει.
Έπαψες να ελέγχεσαι
απ' τη συνείδηση σου,
γι' αυτό πουλάς όπου κι αν βρεις
τ' αμαρτωλό κορμί σου.
Παντρεύτηκα και χώρισα
κι 'μαι σε θέση πάλι,
να ζήσω όπως θέλω εγώ
με μια αγάπη άλλη.
Σ' ένα χαρτάκι έγραψα
μου λείπεις, γύρνα πίσω,
και πήρες με τηλέφωνο
και μου πες "θα γυρίσω".
Θέλω ο βοριάς να με χτυπά
κι ο νότος να με δέρνει,
κι ένας καινούριος άνεμος
κοντά μου να σε φέρνει.
Ήθελα και να κάτεχα
εδώ που ζω μακριά σου,
περνάς καλά γη θα' θελες
να βρίσκομαι κοντά σου;
Πολύ καιρό ‘χα να σε δω
και σου ‘χα ξεχασμένα,
πάλι -ε- ξανα κυμάτισε
ο νους μου με τα σένα.
Και άλλα πολλά επιθυμώ
αγάπη μου για σένα,
είναι πολλά και δεν μπορεί
να τα χαράξει πένα.
Μόλις τα λάβεις διάβασε
τα όσα έχω γραμμένα,
σκέψου καλά και απάντησε
αν θες να ζω για σένα.
Για τα σγουρά σου τα μαλλιά
τρελός θα καταντήσω,
σκύψε και δως μου ένα φιλί
τα μάτια μου πριν κλείσω.
Αηδόνια και άγρια πουλιά
η πλάση είναι δική σου,
είναι ευτυχής και τυχερός
αυτός που είναι μαζί σου.
Εσύ έχεις σκοτεινή ψυχή
στον κόσμο το δηλώνω,
έσφαλα που σ’ αγάπησα
τώρα το μετανιώνω.
Ούτε ο Θιός που ναι ψηλά
τη δύναμη δεν έχει,
για να μου σβήσει τη φωτιά
απου με κατατρέχει.
Πάντοτε θα την –ε- περνώ
με γλέντι τη ζωή μου,
και αυτό θα κάνω τακτικά
μέχρι να βγεί η ψυχή μου.
Σε είδα μ’ άλλον αγκαλιά
να περπατάς γλυκιά μου,
κι αμέσως εφτερούγισε
σαν το πουλί η καρδιά μου.
Κανείς δεν είναι δυνατός
το χέρι του να βάλει,
μέσα στα φύλλα της καρδιάς
που σ' έχω, να σε βγάλει.
Σκέψου πως μάνα με 'κανε
και δεν την συλλογούμε,
μόνο για σένα βρίσκομαι,
για σένα τυρανούμε.
Με τι λουλούδι μ’ άγγιξες
και τρέμω 'γω για σένα,
να σ’ αγαπώ να μ’ αγαπάς
να ζούμε χωρισμένα.
Ο μερακλής όταν πονά
στον χάρο στέλνει γράμμα,
να τον κεράσει ένα κρασί
να πάρει κι αυτόν συνάμα.
Πάλι τσι ελπίδας το δεντρί
μπόρες το 'ριξαν κάτω,
αγώνα πάλι απ' την αρχή
κι όνειρα από τον μπάτο.
Η ευτυχία ήταν διπλή
στη γέννα σου μπεμπούλη,
μαμά, μπαμπάς και συγγενείς
κουζουλαθήκαν ούλοι.
Φεύγουν οι μέρες σαν πουλιά
τόσο καιρό δε σ' είδα,
όμως δεν κλαίω κι ας πονώ
και ζω με την ελπίδα.
Στραφαίνω αλάργο στο γυαλό
και την καρδιά ανέ μπόριε,
θα 'κανα βάρκα να 'ρχονταν
λιγάκι να σε θώριε.
Κάμε το Θεέ μου να γενεί
αλήθεια η πεθυμιά μου,
γέλιο να 'ρθει στα χείλη μου
κι άνοιξη στην καρδιά μου.
Πως σ' αγαπώ κατέχεις το
'πό ξένους το ΄χεις μάθει,
πως η παντέρμη μου καρδιά
έχει για σένα πάθη.
Θάλασσα δίχως κύματα
είναι το κοίταγμά σου,
και 'γω καράβι του σεβντά
στα ματοβλέφαρά σου.
Φουρτουνιασμένη θάλασσα
μοιάζει το κοίταγμά σου,
και 'γω ' μαι ακυβέρνητο
καράβι στα νερά σου.
Πείτε μου σεις οι χωριανοί
ίντα βουλή να δώσω,
αφού μ' απαγορέψανε
κοντά τζη να σιμώσω.
Στο βάθος του ορίζοντα
όσο κι αν προσπαθήσω,
μάταια το μπλε του ουρανού
θέλω να ξεχωρίσω.
Το κόκκινο το φόρεμα
φοράς και με τρελαίνει,
ανάβει μέσα μου φωτιές
και τ' άντερα μου δένει.
Οσα τον ήλιο απού γυρνά
στα πέρατα του κόσμου,
θα 'ρθώ λιγάκι να σε δω
κι ας βασιλέψω φως μου.
Φεύγω και σφίγγω την καρδιά
το δάκρυ μη προβάλλει,
και το κρατώ για τη χαρά
άμα βρεθούμε πάλι.
Αν μ' αρνηθείς να μην το πεις
ποτέ σου σε κανένα,
να μην το μαθουνε πως ζω
με όνειρα σβησμένα.
Ω! λεμονιά μου με τσ' αθους
στο δέτι φυτεμένη,
πόσοι για το χατίρι σου
δεν είναι γκρεμισμένοι.
Ώρα που ο ήλιος χάνεται
και πριν καλά νυχτώσει,
η ταξιδιάρα η σκέψη μου
φεύγει να σ' ανταμώσει.
Κάθε χορδή ,εν' άγγιγμα
κάθε λεπτό μια ανάσα,
κάθε αγάπη όνειρο
και μια καρδιά ,κομμάτια.
«  ‹  1 2 3 4 5 6 7  ›  »