ΜΑΝΤΙΝΑΔΕΣ - Διάφορες

Ευχαριστούμε όλους εσάς που έχετε στείλει μαντινάδες και παροτρύνουμε τους νέους επισκέπτες του site μας, να μας στείλουν κι αυτοί τις δικές τους να τις δημοσιεύσουμε!

Βρέθηκαν 560 καταχωρήσεις σε 12 σελίδες
Σελίδα 6
Ανάθεμά τη, την στιγμή
και ανάθεμα την ώρα,
που σ΄ είδανε τα μάτια μου
και τι θα γίνω τώρα.
Να είστε καλορίζικοι
σας αγαπώ περίσσια,
δεν μπόρεσα στους γάμους σας
μα θα’ ρθω στα βαφτίσια.
Θέλω το πρώτο ραντεβού
να 'ναι στην εκκλησιά σου,
μη μας παρεξηγήσουνε
όλοι στη γειτονιά σου.
Το ν' αγαπάς αληθινά
δεν ειν' παρανομία,
και μην ακούς κουτσομπολιά
από την κοινωνία.
Μου λες να κόψω το κρασί
κι' υπόσχεση σου δίνω,
δίχως δικιά σου έγκριση
σταλιά δεν ξαναπίνω.
Ανε σε βγάλει η περασιά
απ' το δικό μου κήπο,
να κόψεις ρόδα όσα θες
και μη νοιαστείς αν λείπω.
Ήθελα να 'μαι αετός
τσι νύχτες να πετάω,
με το φεγγάρι συντροφιά
τη ζήση να περνάω.
Του φαραγγιού γενίκαμε
κι οι δυο από μια μπάντα,
απου δεν σμίγουνε ποτέ
μα λαχταρούνται πάντα.
Μαύρα πουλιά δεν πρόκειται
στο στόχαστρο να βάλω,
για να ναι μαύρα σίγουρα
θα 'χουν καημό μεγάλο.
Το ίδιο ύψος κοπελιά
δεν έχω εγώ μαζί σου,
μα φαίνεται πως άλλαξα
για πάντα τη ζωή σου.
Εσύ μωρό μου στο πριβέ
μου μαθες πως μιλάνε,
και γω στ' αντίστοιχο το κλαμπ
πως μπαίνουν και γλεντάνε.
Έναν χειρούργο βρείτε μου
τα στήθια μου να ανοίξει.
μα δεν θα γιάνω αν δεν δω
τα χέρι τσι να αγγίξει.
Πρέπει πως είσαι τυχερή
γιατί 'χει ακριβύνει,
το ρεύμα που σε διαπερνά
ενέργεια σου δίνει.
Κατέχετε μωρέ τρεζοί
ήντα θα πει Τσαγκάρης,
η φάρα μας η Γεργιανή
της Κρήτης το καμάρι.
Σαν μπαίνω μεσ' την εκκλησιά
κι η Παναγιά δακρύζει,
του γιού της πρέπει το χαμό
η όψη μου θυμίζει.
Από τον κήπο τσι καρδιάς
σου στέλνω δύο βιόλες,
τις ώρες πού 'μασταν μαζί
να τσι θυμάσαι όλες.
Βγάλαμε διαζύγιο
εγώ κι η ευτυχία,
γιατί παρέα έκαμα
πολλή στη δυστυχία.
Ήθελα να' μουν άρωμα
που βάζεις στο κορμί σου,
όπου θα ήσουνα εσύ
να' μουν και' γω μαζί σου.
Να' μουνα ρούχο που φοράς
όταν κοιμάσαι μόνο,
να σε θωρώ και σ' άνθρωπο
να μην το φανερώνω.
Θε μου μεγαλοδύναμε
μη με φορτώνεις πάθη,
εσύ την έπλασες και' γω
κάνω για' κεινη λάθη.
Μες στης καρδιάς μου το μπαξέ
φύτεψα μιαν ελπίδα,
και περιμένω, ήλιε μου,
τηνε δική τσι αχτίδα.
Μες στης καρδιάς μου το μπαξέ
ελπίδα φυτεμένη,
και τη δική σου τη βροχή
ν' ανθίσει περιμένει.
Όταν στο τζάμι σου γροικάς
στάλας βροχής τον κρότο,
χτυπά η καρδιά μου που ζητά
στην εδική σου τόπο.
Όταν κοιμάσαι αγάπη μου
στιγμή δεν σταματάω,
να σκέφτομαι πως θα' θελα
δίπλα σου να ξυπνάω.
Όταν σε δω και μου γελάς
ο κόσμος δεν με βάνει,
φτερά μου δίνεις και πετώ
κι αγάπη σου μου φτάνει.
Είναι μεγάλη ομορφιά
στον κόσμο η καλοσύνη,
πιότερο μέσα στην καρδιά
ειν' η δικαιοσύνη.
Ζευγάρια στέλνω τα πουλιά
που ανε χαθεί το ένα,
να' ρθει το άλλο να σου πει
πόσο πονώ για σένα.
Όταν το βράδυ κοιμηθείς
κάλεσε τ' όνομα μου,
και θα παρακαλέσω το Θεό
να' ρθεις στην αγκαλιά μου.
Έφυγα δεν γυρίζω μπλιο
πίσω στην αγκαλιά σου,
γιατί σαν ανεμόμυλος
γυρίζουν τα μυαλά σου.
Τι μου' πες και σου γύρισα
ευθύς το λόγο πίσω,
ότι μου πεις σου λέω ναι
για να σ' ευχαριστήσω.
Μεγάλη ειν' η απόσταση
α-που μας ε-χωρίζει,
τη διαδρομή η σκέψη μου
δεν την υπολογίζει.
Άνοιξε τον κατάλογο
που' χεις τις κατακτήσεις,
και γράψε πως με κέρδισες
χωρίς να με γνωρίσεις.
θεέ μου κάνε ένα σεισμό
μα μόνο για τα δυο μας,
να ανοίξει η γη να καταπιεί
εμάς και τον καημό μας.
Τι να την κάνω τη στιγμή
αφού μακριά πετάει,
μου ξεσηκώνει το μυαλό
και το κορμί μεθάει.
Εξετελέψαν οι χαρές
και άρχισε ο πόνος,
στο πρόσωπό μου άφησε
τα χνάρια του ο χρόνος.
Τσαλίμια κάνεις στο χορό,
γι' αυτό σου το δηλώνω,
πως παίζω λύρα ολονυχτίς,
για να σε καμαρώνω.
Το κρύο κάνει το βοσκό
και δεν πολυπορίζει,
με ένα φλασκί καλό κρασί
στην παρασιά καθίζει.
Αν νοιώσεις χάδι τρυφερό
μ' αληθινό να μοιάζει,
μη φοβηθείς η σκέψη μου
είναι που σ' αγκαλιάζει!
Πόνος βαρύς στη σκέψη μου,
η κάθε θύμησή σου,
γιατί 'ναι βασανιστικό,
να μου μιλά η σιωπή σου.
Ένα μηδέν σε γνώρισα
κι ένα μηδέν θα μείνεις,
μα το μηδέν είναι μηδέν
όπως κι αν το ξανοίξεις.
Τις μέρες της πρωτοχρονιάς
χίλιες ευχές χαρίζω,
σε φίλους που τους αγαπώ
και τους υπολογίζω.
Στα πρέπει και στη λογική
πήγε η ζωή μου όλη,
κι απότιστο τσι πεθυμιάς
άφηκα το περβόλι.
Ποτέ μου δεν ξεστόμισα
λέξη να μην τη νιώσω,
κι ας μ' έκαμε πολλές φορές
πικρά να μετανιώσω.
Σφίγγω τα δόντια, τρίζω τα,
ήχο τραχύ για να κάνουν,
να μη γροικάτε ο στεναγμός
την ώρα που τον βγάνουν.
Ζηλεύω του σταυραετού
απου πετά στα νέφη,
και παίζει με τσι αστραπές
και με τ' αστροπελέκι.
Η σκέψη μου θα πάει αλλού
και σένα θα ξεχάσει,
άμα τρυπήσει η θάλασσα
και το νερό τζη χάσει.
Καλωσορίσατε χαρές
μα θέλω να μου πείτε,
το δρόμο ποιός σας έδειξε
κ' ήρθατε να με βρείτε.
Μη χαμηλώνεις τα φτερά
μη χάνεις τις ελπίδες,
δεν τους ξεχνάει ο Θεός
ποτέ τους μερακλήδες.
Πήγε και βρήκε έναν λεφτά
και ζει εδά κοντά του,
και χώθηκε σαν το μηδέν
μες στα μηδενικά του.
Κρατάς δεμάτια τις χαρές
και γω χαρές στερούμαι,
που' χα μισή και σ' έψαχνα
να τηνε μοιραστούμε.