ΜΑΝΤΙΝΑΔΕΣ - Μαύρα ρούχα

Ευχαριστούμε όλους εσάς που έχετε στείλει μαντινάδες και παροτρύνουμε τους νέους επισκέπτες του site μας, να μας στείλουν κι αυτοί τις δικές τους να τις δημοσιεύσουμε!

Βρέθηκαν 93 καταχωρήσεις σε 2 σελίδες
Σελίδα 1
«  ‹  1 2  ›  »
Σκέψη μου πένθιμο φόρεσε
κορμί μου μαύρο ντύσου,
η βιόλα που επότιζες
δεν είναι μπλιο δική σου.
Το μαύρο το πουκάμισο
ποτέ μου δε το βγάνω,
με τούτονα τη γνώρισα
με τούτονα τη χάνω.
Το μαύρο το πουκάμισο
το έχω για καλό μου,
θα το φοράω όσο ζω
μα και στο φέρετρό μου.
Το μαύρο το πουκάμισο
είν’ η παρηγοριά μου,
γιατ’ έχει ακόμα τα’ άρωμα
που φόραγε η κερά μου.
Τα μαύρα ρούχα τα φορούν
εκείνοι που πονούνε,
που’ χουν μαράζι στην καρδιά
και δεν το μαρτυρούνε.
Γιάντα μαυροφορέθηκες,
μελαχρινή μου βιόλα,
αγάπησες; δε ξέχασες;
για πες μου ποιό απ’ όλα;
Στην αγκαλιά σου μια στιγμή
βάλε με μαυροφόρα,
να πω και εγώ πως πέρασα
με την χαρά μιαν ώρα.
Μαύρα δεν βάζω στο κορμί
όχι πως δεν μου πάνε,
αφού τα φόρεσε η καρδιά
στο σώμα περιττά ‘ναι.
Μαυροπουκαμισάρηδες
και μαυροφορεμένοι,
είναι αυτοί που έχουνε
πιστή φιλιά χαμένη.
Τα μαύρα ρούχα τα φορούν
αυτοί που αγαπούνε,
γι’ αυτό στα άσπρα θα ντυθώ
να μην μ’ αντιληφθούνε.
Τα μαύρα ρούχα τα φορούν
όσοι κρατούν πιστόλι,
γι’ αυτό στον Μυλοπόταμο
μαύρα φορούνε όλοι.
Φορώ τα μαύρα στο κορμί
όχι γιατί μου πάνε,
αλλά γιατί εκπροσωπούν
ανθρώπους που πονάνε.
Δε βάνω μαύρα στο κορμί
μα η καρδιά σε φτάνει,
που μαύρισε να σ’ αγαπά
κι ο κόσμος δε τη βάνει.
Έφυγε εκείνο το πουλί
που είχα συντροφιά μου,
κι έβαλα μαύρα στο κορμί
και πένθος στην καρδιά μου.
Χασίσι όπλα και κλεψιά
λένε πως κυνηγούνε,
τα μαύρα τα πουκάμισα
ήντα τους ενοχλούνε?
Άμα θα δω μαύρο πουλί
ποτέ δεν το σκοτώνω,
τα μαύρα για να τα φορεί
έχει κι εκείνο πόνο.
Το μαύρο το πουκάμισο
το βάζουν πονεμένοι,
αυτοί απού αγάπησαν
κι έχουν καρδιά καμένη.
Άμε να πεις του κύρη σου
στα ρ’ θούνια μη μου μπαίνει,
γιατί θα δει τη μάνα σου
στα μαύρα φορεμένη.
Όλοι μου λένε όντε φορώ
τα μαύρα γιάντα βάνω,
μα ‘γω ‘χω μάθει μυστικά
στα φόρα να μη βγάνω.
Όνειρο αξεδείλιατο
η αγάπη μας θα μείνει,
καημός που κάθε μου χαρά
στα μαύρα τηνε ντύνει.
Τα μαύρα ρούχα δίνουνε
στον άνθρωπο το θάρρος,
που ‘χε ψυχές κι αγάπουνε
και του τσι πήρε ο Χάρος.
Μαυροντυμένο σα θα δεις
να τον εχαιρετήσεις,
τα μαύρα γιαντα τα φορεί
να μην τόνε ρωτήξεις.
Με μαύρα ρούχα άνθρωπο
όταν θα συναντήσεις,
την αφορμή απου τα φορεί
να μην τονε ρωτήσεις.
Το μαύρο το πουκάμισο
το’ χω κι εγώ φορέσει,
για μια γυναίκα στη ζωή
που μ’ έχει καταστρέψει.
Γιάντα τα μαύρα τα φορείς
και ποια ‘ναι η αφορμή σου,
αφού το ξέρω δεν πενθείς
κανένα συγγενή σου.
Κάθε πρωί που σηκωθώ
τα μαύρα ρούχα βάνω,
γιατί κηδεύω όνειρα
που κάθε νύχτα κάνω.
Το μαύρο το πουκάμισο
οι νέοι το φορούνε,
πάντα αναρωτιόμουνα
ίντα ‘ναι που πενθούνε.
Μαύρο και το μητρώο μου
σαν το ποκάμισο μου,
μα κλέφτης δεν επάτησε
ποτέ στο χειμαδιό μου.
Το μαύρο το πουκάμισο
πρέπει να το τιμούνε,
γι αυτό μαύρο πουκάμισο
οι Σπηλιανοί φορούνε.
Τα μαύρα ρούχα τα φορώ
γιατί πονώ και κλαίω,
πονώ γιατί σε έχασα
κλαίω γιατί δε φταίω.
Μαύρα θα βάλω να φορώ
μαύρα και πάλι μαύρα,
για να ταιριάζει η φορεσιά
με της καρδιάς τη λαύρα.
Μαυροντυμένο όταν θα δεις
δώσε του σημασία,
κάτι του λείπει στην ζωή
που ‘χει μεγάλη αξία.
Μαύρο πουκάμισο φορώ
και είν’ ανοιχτό στο μπέτη,
για να ‘ρχεται η αγάπη μου
κάθε βραδιά να θέτει.
Τα μαύρα βάνω στο κορμί
να ξεχωρίζει απ’ τ’άλλα,
γιατί είχα βάσανα πολλά
μα είδωσες μου κι άλλα.
Μαύρα θα βάψω να φορώ
μαύρα κοράκου ρούχα,
για να ταιριάζει η φορεσιά
με μιαν αγάπη απού’ χα.
Μαύρα θα βάψω να φορώ
μαύρα και πάλι μαύρα,
για να ταιριάζει η φορεσιά
με της καρδιάς την λαύρα.
Τα μαύρα ρούχα τα φορούν
μόνο οι πονεμένοι,
οι μερακλήδες άνθρωποι
και οι ερωτευμένοι.
Κι ο κοτσυφός που ‘ναι πουλί
κι εκείνος έχει πίκρα,
γι’ αυτό του τα ‘δωκε ο Θεός
τα μαύρα και φορεί τα.
Στα μαύρα ντύνω το κορμί
να κλάψω μιαν αγάπη,
που σα Θεό τη λάτρεψα
και αυτή μου βγήκε σκάρτη.
Κάτ’ απ’ τα μαύρα ρούχα μου
έχω καρδιά με αίμα,
π' αμέσως εραγίζεται
οσάν ακούσει ψέμα.
Το μαύρο το πουκάμισο
‘πο πάνω μου δε βγαίνει,
κάθε φορά που με θωρεί
στην τρέλα να την φέρνει.
Ετάχτηκα για χάρη σου
τσι Παναγιάς τη χάρη,
τα μαύρα ρούχα να φορώ
κάθε δεκαπεντάρη.
Δε βάνω μαύρα στο κορμί
μα η καρδιά σε φτάνει,
που εμαύρησε να σ’ αγαπά
Ανωγεινό φυντάνι.
Τα μαύρα ρούχα πέτα τα
το ξέρεις δεν σου πάνε,
κάψε τα, πένθος μη θωρώ
κι άλλες καρδιές πονάνε.
Μαύρο πουκάμισο φορώ
μα δάκρυ δεν πορίζει,
ότι αγαπώ, χάνω το
πάνω που λέω ...ανθίζει.
Μαυροντυμένη κοπελιά
τα μαύρα ρούχα βγάλε,
χρώματα να ταιριάζουνε
στην ομορφιά σου βαλε.
Τα μαύρα έβαλε η καρδιά
και τα’ χει συνηθίσει,
και πως θα το ξαναδεχθεί
για να ξαναγαπήσει.
Όσοι πουκάμισο φορούν
και έχει της νύχτας χρώμα,
η πόνο έχουν στη καρδιά
η συγγενή στο χώμα.
Άσπρο μαντήλι έβαλα
στα μαύρα ρούχα απάνω,
πεισματικό του πόνου μου
ώστε να ζω να κάνω.
Όταν θα δω μαύρο πουλί
ποτέ δεν το σκοτώνω,
γιατί τον γνώρισα και ‘γω
του χωρισμού τον πόνο.
«  ‹  1 2  ›  »